Ο νευροπαθητικός πόνος είναι μια από τις πιο συχνές μορφές χρόνιου πόνου. Η συχνότητα που εμφανίζεται στον γενικό πληθυσμό κυμαίνεται από 3,3% έως 8,2%.[1] Περίπου το 60% των Ευρωπαίων αγνοούν την ύπαρξη του, παρά το ότι υποφέρουν από τον πόνο αυτό.[2]
Το είδος του πόνου αυτού προέρχεται από οργανική βλάβη ή δυσλειτουργία του νευρικού ιστού και μεταφέρεται κεντρικά με την ίδια νευρική οδό όπως και ο αλγαισθητικός (nociceptive) πόνος. Έχει χαρακτηριστική κλινική εικόνα και δικούς του παθοφυσιολογικούς μηχανισμούς, που τον ορίζουν σε ξεχωριστή νοσολογική οντότητα.[3]
Ο νευροπαθητικός πόνος μπορεί να οφείλεται σε:
- Περιφερική νευροπάθεια (σακχαρώδης διαβήτης 8-25%)
- Εγκλωβισμό νεύρου
- Πόνο σε μέλος «φάντασμα» μετά από ακρωτηριασμούς ή σε τετραπληγικούς
- Χρόνιο κεντρικό νευροπαθητικό άλγος (ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια)
- Άλλα αίτια (σύνδρομο μεθερπητικού άλγους 10-50%)
Παραδείγματα περιφερικού νευροπαθητικού πόνου είναι η διαβητική νευροπάθεια, η μεθερπητική νευραλγία, η χρόνια οσφυϊκή μυελοπάθεια, ενώ κεντρικού νευροπαθητικού πόνου είναι οι βλάβες στον νωτιαίο μυελό, τα εγκεφαλικά, η σκλήρυνση κατά πλάκα.
Οι ασθενείς που υποφέρουν από νευροπαθητικό πόνο συνήθως παραπονιούνται για καυστικό άλγος, αιμωδία, «ηλεκτρικό» πόνο, μυϊκή αδυναμία, μούδιασμα, μυρμήγκιασμα, διαξιφιστικό πόνο, κα.
Τα κλινικά χαρακτηριστικά του πόνου αυτού χωρίζονται σε θετικά και αρνητικά συμπτώματα. Τα θετικά συμπτώματα χωρίζονται σε επώδυνα, που είναι η υπερευαισθησία και η μηχανική και θερμική υπερπάθεια, και σε μη επώδυνα συμπτώματα, που είναι η παραισθησία και η δυσαισθησία. Αρνητικά συμπτώματα είναι τα νευρολογικά ελλείμματα όπως μερική ή ολική απώλεια αίσθησης.[4]